Στην Ελλάδα υπάρχει συγκεκριμένος νόμος, στον οποίο πρέπει να υπακούμε, όσον αφορά τα όπλα, την οπλοφορία και την οπλοκατοχή. Ο νόμος για την οπλοκατοχή, τροποποιήθηκε μάλιστα πρόσφατα (Ν. 4678/2020).
Τι ορίζεται ως όπλο
Καταρχήν, σύμφωνα με τον νόμο για την οπλοκατοχή, ως όπλο ορίζεται κάθε μηχάνημα, το οποίο εκ κατασκευής, μετατροπής ή τροποποίησης, με ωστική δύναμη που παράγεται με οποιονδήποτε τρόπο, εκτοξεύει σφαιρίδια, βολίδες, βλήματα, βλαπτικές χημικές ή άλλες ουσίες, ακτίνες, φλόγες ή αέρια και μπορεί να επιφέρει κάκωση ή βλάβη της υγείας σε πρόσωπα ή βλάβη σε πράγματα ή να προκαλέσει πυρκαγιά, καθώς και κάθε συσκευή που μπορεί με οποιονδήποτε τρόπο να προκαλέσει τα πιο πάνω αποτελέσματα.
Όπλα, επίσης, σύμφωνα με τον νόμο για την οπλοκατοχή, θεωρούνται τα αντικείμενα που είναι πρόσφορα για επίθεση, άμυνα ή ακινητοποίηση και ιδιαίτερα:
- Μηχανισμοί και κάθε μέσο εκτόξευσης χημικών ουσιών (spray) ή εκκένωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
- Μαχαίρια κάθε είδους, εκτός εκείνων που δικαιολογείται η χρήση τους για οικιακή, επαγγελματική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, κυνήγι, αλιεία ή άλλη συναφή χρήση.
- Μεταλλικές γροθιές, ρόπαλα, σπάθες, ξίφη, ξιφολόγχες, στιλέτα, τόξα και βέλη.
- Ψαροντούφεκα, αλλά και συσκευές εκτόξευσης – προώθησης διχτυών για παγίδευση ή ακινητοποίηση ζώων.
- Πυροβόλα όπλα και τα ουσιώδη, συστατικά μέρη τους, όπως η κάννη, ο σκελετός, το κλείστρο κ.τ.λ., αλλά και τα εξαρτήματά τους, όπως ο σιγαστήρας ή η διόπτρα, και, φυσικά, και τα πυρομαχικά τους, π.χ. φυσίγγια.
- Εκρηκτικές ύλες και εκρηκτικοί μηχανισμοί.
- Όπλα χαιρετισμού και κρότου, που έχουν κατασκευαστεί ή έχουν υποστεί ειδική μετατροπή, προκειμένου να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για την πυροδότηση αβολίδωτων φυσιγγίων κρότου, για χρήσεις, όπως οι θεατρικές παραστάσεις, φωτογραφήσεις, ιστορικές αναπαραστάσεις, παρελάσεις, αθλητικές εκδηλώσεις και εκπαίδευση, και όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και σηματοδοσία.
- Κυνηγετικά όπλα, μονόκαννα, δίκαννα, επαναληπτικά, ημιαυτόματα, όπλα μικρού διαμετρήματος (τύπου Flobert), αεροβόλα και τα φυσίγγια τους.
- Όπλα σκοποβολής, που χρησιμοποιούνται για την εξάσκηση στο άθλημα της σκοποβολής, και εξομοιωτές σκοποβολής.
- Απομιμήσεις (Replica) πυροβόλων όπλων, εφόσον μπορούν να μετατραπούν σε πραγματικά όπλα.
Εισαγωγή & Εξαγωγή Όπλων
Ο νόμος για την οπλοκατοχή και την οπλοφορία, αναφερέται στο ζήτημα της εισαγωγής και εξαγωγής όπλων και λέει ότι επιτρέπεται μόνο για ειδικούς σκοπούς και για ειδικούς τύπους όπλων και μετά από άδεια από την αρμόδια αρχή. Τέτοια όπλα, που υπό αυστηρές προϋποθέσεις επιτρέπονται, είναι για παράδειγμα το όπλο που χρησιμοποιεί ο αφέτης σε αγώνες για να δώσει το παράγγελμα της εκκίνησης στους αθλητές, το ξίφος του αθλητή ξιφομαχίας, τα ειδικά όπλα που διώχνουν τα πτηνά από τα αεροδρόμια για την ομαλή προσγείωση και απογείωση των αεροπλάνων, το περίστροφο που ρίχνει φωτοβολίδες για σήμα sos κ.ά.. Το ίδιο ισχύει, αντίστοιχα, και για την εξαγωγή των όπλων.
Εμπορία Όπλων
Υπάρχουν όπλα, όπως τα πολεμικά όπλα, η πώληση των οποίων απαγορεύεται αυστηρά και άλλα, όπως τα περίστροφα και τα πιστόλια, για τα οποία απαιτείται ειδική άδεια, και σε πρόσωπα, τα οποία είτε υπηρετούν σε θέσεις που επιτρέπεται η οπλοφορία π.χ. αστυνομικοί είτε διατρέχουν διαπιστωμένα σοβαρή απειλή, όπως ιδιοκτήτες κοσμηματοπωλείων που έχουν δεχτεί, επανειλημμένα, ληστείες. Υπάρχουν και τα όπλα που πωλούνται ελεύθερα π.χ. τα αεροβόλα σε άτομα άνω των 18 ετών ή τα κυνηγετικά όπλα σε όσους έχουν κυνηγετική άδεια. Ο νόμος για την οπλοκατοχή, διευκρινίζει με λεπτομέρεια τα είδη όπλων που επιτρέπονται ή απαγορεύονται.
Κατοχή Όπλων
Ο νόμος για την οπλοκατοχή λέει ότι κατά γενικό κανόνα η οπλοκατοχή είναι παράνομη και, στις περιπτώσεις οπλοκατοχής, ο κάτοχος θα πρέπει να έχει λάβει σχετική άδεια από την οικεία Αστυνομική Αρχή. Η άδεια για κατοχή π.χ. κυνηγετικού όπλου δίνεται από την Αστυνομία με μια απλή σχετικά διαδικασία. Ο ενδιαφερόμενος προσκομίζει στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής του μια συμπληρωμένη υπεύθυνη δήλωση, μια γνωμάτευση ψυχιάτρου ότι δεν αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα και, μετά την αγορά του όπλου, πηγαίνει στην Αστυνομία το όπλο που έχει αγοράσει και το δηλώνει. Αφού η Αστυνομία εξετάσει το ποινικό μητρώο του, του χορηγεί τη σχετική άδεια.
Το ελάχιστο όριο ηλικίας απόκτησης ψαροντούφεκου είναι τα 16 και αεροβόλου τα 18 έτη. Το πρόσωπο που νόμιμα κατέχει ένα όπλο υποχρεούται να το φυλά σε ασφαλές και δυσπροσιτό μέρος, να έχει χωριστά τα πυρομαχικά από το όπλο, να το έχει πάντα άδειο, αποσυναρμολογημένο και να μη το παραχωρεί σε τρίτους. Επιπρόσθετα, όποιος βρει όπλο, οφείλει να το παραδώσει άμεσα στη κοντινότερη αστυνομική αρχή. Στις μέρες μας, ωστόσο, η Αστυνομία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, διότι ελάχιστοι από όσους είναι κάτοχοι όπλων, είναι γνώστες της χρήσης τους, καθώς είναι ανειδίκευτοι και χωρίς εξάσκηση και η φύλαξη των όπλων τους είναι πλημμελής, αυξάνοντας έτσι τον αριθμό των ατυχημάτων με όπλα.
Άδεια Οπλοφορίας
Η οπλοφορία χωρίς άδεια είναι, επίσης, παράνομη. Άδεια οπλοφορίας μπορεί να δοθεί σε οποιονδήποτε Έλληνα πολίτη, άνω των 18 ετών, μετά από πολύ αυστηρό έλεγχό του και μετά από γνώμη του αρμόδιου Εισαγγελέα, εφόσον υπάρχουν σοβαροί φόβοι για την προσωπική του ασφάλεια ή σε περιπτώσεις όπου απαιτείται για την ασφάλεια προσώπων ή καταστημάτων, τραπεζών, χρηματαποστολών, μουσείων κ.λπ. Επιπλέον, άδεια οπλοφορίας χορηγείται και στους αθλητές σκοποβολής.
Θα πρέπει, τέλος, να γνωρίζουμε ότι απαγορεύονται οι άσκοποι πυροβολισμοί και η χρήση των όπλων, κατά παράβαση της χορηγηθείσας άδειας. Η παράνομη οπλοφορία, οπλοκατοχή και οπλοχρησία, συνιστούν ανεξάρτητα και αυτοτελή αδικήματα και τιμωρούνται παράλληλα με το έγκλημα που τυχόν διεπράχθη μαζί με αυτά, π.χ. ληστεία ή ανθρωποκτονία.
Ένας εξειδικευμένος δικηγόρος, που θα τον βρεις αποκλειστικά στο xo.gr, είναι ο καταλληλότερος για να σε βοηθήσει και να σε κατευθύνει σε ό,τι θέλεις να μάθεις σχετικά με το νόμο για την οπλοκατοχή, οπλοφορία και οπλοχρησία και τις ανάλογες ποινές. Είναι ωστόσο σημαντικό να γνωρίζεις ότι η οπλοκατοχή, αποτελεί πλημέλλημα και μπορεί να τιμωρηθεί με φυλάκιση. Τα πλημμελήματα, είναι δυνατόν να παραγραφούν υπό προυποθέσεις.